22.06.08
Κυρίες και κύριοι:

Αισθάνομαι ιδιαίτερη ικανοποίηση, γιατί σήμερα το Πανεπιστήμιό μας, που έχει πάντα συμμετοχή σε όλα τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, πρωτοπορεί για μια ακόμα φορά και προσεγγίζει ένα μεγάλο όσο και ευαίσθητο, πρόβλημα της πατρίδας μας: τις Γερμανικές Οφειλές προς την Ελλάδα.

Η προσέγγιση είναι καθαρά επιστημονική, μέσω της διοργάνωσης αυτού του Συνεδρίου, του οποίου θα κηρύξω την έναρξη και οφείλω να συγχαρώ το Τμήμα Στατιστικής που ανέλαβε τη διοργάνωση αυτού του Συνεδρίου. Πιστεύω ότι αυτή η πρωτοβουλία θα αποδώσει καρπούς, γιατί τα συμπεράσματα του Συνεδρίου θα είναι αντικειμενικά, αξιόπιστα, και κυρίως μετρήσιμα, λόγω του γνωστικού αντικειμένου του συγκεκριμένου Τμήματος.
Το πρόβλημα των Γερμανικών οφειλών που περιλαμβάνει αναγκαστικά δάνεια, επανορθώσεις, καθώς και τις ανυπολόγιστες υποχρεώσεις για την αφαίρεση της ζωής των Ελλήνων, αφορά όλους τους Έλληνες. Αποτελεί μέγα ζήτημα του Ελληνικού Έθνους. Με άλλα λόγια είναι εθνική υπόθεση.
Γι’ αυτό και το Πανεπιστήμιό μας συμμετέχει στον αγώνα αυτό του έθνους μας, τόσο με τη διενέργεια αυτού του Συνεδρίου, όσο και με την έκδοση της Έκθεσης Δοξιάδη από το Τμήμα Στατιστικής του Πανεπιστημίου.
Η σημαντικότερη δίκη στην παγκόσμια ιστορία άρχισε στις 20 Νοεμβρίου του 1945 και ολοκληρώθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1946, με την καταδίκη σε θάνατο δι’ απαγχονισμού ή σε ισόβια 19 ηγετών της Ναζιστικής Γερμανίας.
Πριν από 10 ημέρες συμπληρώθηκαν ακριβώς 60 χρόνια από την έναρξη (20-11-1945) της δίκης της Νυρεμβέργης. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της δίκης είναι ότι μέχρι σήμερα – στα μεγάλα Πανεπιστήμια του Εξωτερικού και μεταξύ αυτών και στο Harvard – συνεχίζεται η έρευνα όλων των ντοκουμέντων που στοιχειοθέτησαν τις κατηγορίες των εγκλημάτων κατά της ειρήνης, κατά του διεθνούς δικαίου και κατά της ανθρωπότητας.
Ένα στοιχείο θα επισημάνω: αυτή τη στιγμή είναι διαθέσιμοι στον αναγνώστη 20 τόμοι των πρακτικών της δίκης της Νυρεμβέργης, μέσω της πιο ολοκληρωμένης ιστοσελίδας του Harvard. Επιτρέψατέ μου να σας διαβάσω τι ακριβώς αναφέρεται για τη λεηλασία των Γερμανών κατά της χώρας μας:
“Λόγω της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδας, οι Γερμανοί τη χρησιμοποιούσαν ως βάση εξόρμησης για τις επιχειρήσεις τους κατά της Αφρικής. Την Ελλάδα χρησιμοποίησαν, επίσης, οι Γερμανοί ως αναρρωτήριο για τους ασθενείς Γερμανούς στρατιώτες των τμημάτων τους στην Αφρική και το ανατολικό μέτωπο και για το λόγο αυτό ήταν υπερπλήρης από Γερμανούς στρατιώτες. Ένα μεγάλο μέρος του αποθέματος των τροφίμων, λαχανικών, πατάτας, λαδιού, κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων κατασχέθηκαν αμέσως μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων. Οι Γερμανοί από τον Αύγουστο μέχρι το Δεκέμβριο του 1941 κατάσχεσαν στην Ελλάδα 26.206.085.000 δραχμές, δηλαδή, περισσότερα από το ετήσιο εισόδημα ολόκληρης της Ελλάδας, το οποίο ήταν 23.000.000.000 και το επόμενο έτος, επειδή το εισόδημα ήταν μικρότερο, κατάσχεσαν τα αποθέματα των τραπεζών (σ.σ. εννοείται το κατοχικό δάνειο).

Επίσημα έγγραφα αναφέρουν ότι οι Γερμανοί κατάσχεσαν από μικρούς και μεγάλους εμπόρους της Ελλάδας (το ίδιο διάστημα):

– 71000 τόνους κορινθιακή σταφίδα
– 10000 τόνους λάδι
– 1435 τόνους καφέ
– 1143 τόνους ζάχαρη
– 2520 τόνους ρύζι
–  Και ένα ολόκληρο φορτηγό πλοίο γεμάτο με σιτάρι αξίας 530.000 δολαρίων.

Η φοβερή αυτή ληστεία είχε ως αποτέλεσμα να πεθάνει από πείνα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού και στάθηκε το γεγονός αυτό αφορμή να αντιληφθούν ότι έκαναν υπερβολές.

Οι Γερμανοί σε αποστολή του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού υποσχέθηκαν ότι θα σταματήσουν τις κατασχέσεις και τη μεταφορά τροφίμων από την Ελλάδα, αλλά ουδέποτε τήρησαν την υπόσχεσή τους. Όπως και σε άλλα κράτη, έτσι και στην Ελλάδα, οι γερμανικές αρχές Κατοχής εξέδωσαν μεγάλη ποσότητα χαρτονομισμάτων (10 δις. Μάρκα). Έτσι, προκάλεσαν τον πληθωρισμό και ταυτόχρονα αγόραζαν χρυσά κοσμήματα, έργα τέχνης, έπιπλα και άλλα αντικείμενα αξίας που έστελναν στη Γερμανία.
Οι Γερμανοί εφάρμοσαν και στην Ελλάδα το σύστημα του κλίριγκ. Δηλαδή, η γερμανική στρατιωτική διοίκηση επέτασσε όλα τα εξαγώγιμα ελληνικά εμπορεύματα, τα οποία αγόραζαν οι γερμανικοί εμπορικοί οίκοι σε τιμές που καθορίζονταν από τις γερμανικές αρχές Κατοχής. Τα χρήματα για τις αγορές αυτές ουδέποτε δόθηκαν, επειδή οι Γερμανοί τα πίστωναν ή χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο της ανταλλαγής. Τα προϊόντα που έρχονταν από τη Γερμανία χρεώνονταν 200%-500% πάνω από τη χρηματική τους αξία, ενώ ταυτόχρονα υπολογίζονταν ως έξοδα της Ελλάδας και η αξία των προϊόντων που εισάγονταν από τη Γερμανία για τη διατροφή των Γερμανών στρατιωτών. Τη ληστεία αυτή οι γερμανικές αρχές την ονόμαζαν κλίριγκ. Όταν η Ελλάδα καταλήφθηκε από τους Γερμανούς, το χρέος της προς τη Γερμανία ήταν 4.353.428 μάρκα, ενώ την εποχή της απελευθέρωσης της Ελλάδας ανέρχονταν σε 264.157.574 μάρκα. Αυτό το χρέος συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής».

Τα στοιχεία αυτά ασφαλώς και υποεκτιμούν τις θυσίες της Ελλάδας και το δράμα που έζησαν οι Έλληνες.
Περισσότερες μελέτες και έρευνες ασφαλώς και θα προσθέσουν πολλά περισσότερα στοιχεία ώστε να κατανοήσουμε σήμερα καλύτερα την προσφορά και τις απαιτήσεις των Ελλήνων.
Για τους λόγους αυτούς και το σημερινό συνέδριο είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Θα μας δώσει αρκετές πληροφορίες για το μέγεθος της λεηλασίας.

Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι το Πανεπιστήμιό μας μέσω του Τμήματος Στατιστικής προχώρησε στην επανέκδοση της σπάνιας Έκθεσης Δοξιάδη και θέλω να τους συγχαρώ όλους – γι’ αυτήν την προσπάθεια. Πολλοί λίγοι γνωρίζουν την αξία αυτών των στοιχείων της κατοχής.

Τέλος, ως Πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, εκπροσωπώντας όλη την Κοινότητα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, θα αναφέρω με σεβασμό ότι ο αείμνηστος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθανάσιος Σμπαρούνης ήταν μέλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη των Συμμάχων, που έγινε στο Παρίσι το 1946, και ανέπτυξε τα αιτήματα για τις επανορθώσεις και ακόμη ότι ο τότε φοιτητής της ΑΣΟΕΕ και σήμερα ΟΠΑ Μανώλης Γλέζος που βρίσκεται ανάμεσά μας ήταν εκείνος που κατέβασε τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη.

Ο Μανώλης ο Γλέζος συνεχίζει και σήμερα να μας προβληματίζει με την αγωνιστικότητά του, όσον αφορά τις διεκδικήσεις της χώρας μας. Συγχαίρω όλους όσους προσπάθησαν, ώστε το Συνέδριο αυτό να πραγματοποιηθεί.