Οι Θερμοπύλες είναι παγκοσμίως γνωστές για την άνιση μάχη που έδωσε ο Λεωνίδας με τους 300 του εναντίονχιλιάδψν Περσών. Προτίμησε να παραμείνει στα στενά και να αντιμετωπίσει έναν πολλαπλάσιο σε αριθμό εχθρό, παρά να το βάλει στα πόδια. Όμως στο ίδιο στενό την περίοδο της κατοχής γράφτηκε άλλη μια λαμπρή ιστορία. Και πάλι με έναν καλύτερα εξοπλισμένο και ισχυρότερο εχθρό. Τους ναζί
Όταν ο μόνιμος ίλαρχος και διοικητής του 2/36 τάγματος του ΕΛΑΣ, Αλέξανδρος Μυλωνάς ενημερώθηκε για το περιστατικό, διέταξε τους αντάρτες να παραμείνουν κρυμμένοι στα βουνά και να συνεχίσουν να επιτηρούν το δρόμο που ερχόταν από τη Λαμία. Ήξερε ότι οι Γερμανοί δεν θα άφηναν έτσι εύκολα την ήττα να τους κλείσει το μάτι.
Τα χαράματα της 22ας Σεπτεμβρίου ένας αντάρτης, σκοπός σε κάποια κρυμμένη αετοφωλιά ανέφερε πως μια μηχανοκίνητη γερμανική φάλαγγα ξεκίνησε από τη Λαμία και έρχεται προς τις Θερμοπύλες.
Ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ που προνόησε να έχει τους αντάρτες του ακροβολισμένους, δεν είχε παρά να τους πει να ετοιμαστούν για μάχη. Όλοι ήταν σε καίρια σημεία και ο καθένας με τον οπλισμό του γνώριζε τι έπρεπε να κάνει.
«Εσύ Λοκρέ με τους άνδρες σου θα φυλάξεις τα στενά» είπε ο καπετάνιος στον ΕΛΑΣίτη Σωτήρη Τσιτσιπή επικεφαλή του λόχου της Δρακοσπηλιάς, μόνιμο ανθυπολοχαγό και ήρωα στο αλβανικό μέτωπο, με «Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων» και «Πολεμικό Σταυρό». Χωρίς δεύτερη κουβέντα σαν τα φαντάσματα στο λυκαυγές, ανάμεσα στα πουρνάρια και τα δέντρα οι άνδρες του Λοκρού έπιασαν τις θέσεις τους και ετοιμάστηκαν.
Θα ήταν το σημείο που θα δεχόταν τη μεγαλύτερη Γερμανική πίεση. Εκεί που θα έπεφταν κορμιά. Ο Λοκρός ενισχύθηκε με πολυβόλα και τρεις όλμους υπό τους μόνιμους υπαξιωματικούς Βότση, Αλεξίου και Κουτσοδόντη. «Η ιστορία δεν πρόκειται να επαναληφθεί» είπε ο ήρωας του Αλβανικού πολέμου και διέταξε μια ομάδα του να πιάσει το «μονοπάτι του Εφιάλτη». Εκεί που είχαν καταφέρει να ανέβουν πριν από χίλια σχεδόν χρόνια οι Πέρσες και βγήκαν στην πλάτη του Λεωνίδα.
Λίγο πριν βγει εντελώς ο ήλιος η μάχη άναψε για τα καλά. Οι ΕΛΑΣίτες καλά οργανωμένοι δεν άφηναν τους Γερμανούς να ξεμυτίσουν από τα φορτηγά τους στο δρόμο. Οι απώλειες τους ήταν τεράστιες. Έξαλλος ο Γερμανός διοικητής έστειλε 4 φορές να πάνε και να έρθουν καμιόνια γεμάτα ενισχύσεις από τη Λαμία. Δεν κατάφερε τίποτε. Οι παρτιζάνοι λιάνιζαν τους ναζί. Και κάθε φορά που οι Γερμανοί υποχωρούσαν, οι αντάρτες ξεσπούσαν σε ζητωκραυγές και κοροϊδίες κατά των κατακτητών.
Ο Άγγλος σύνδεσμος με το ψευδώνυμο «Ντικ» που ήταν δίπλα στον Λοκρό και παρακολουθούσε τη μάχη, δεν πίστευε στα μάτια του. Το μακέλεμα των ναζί είναι ολοκληρωτικό. «Λεωνάιντα, Λεωνάιντα» αναφωνούσε και παρομοίαζε τους μαχητές του ΕΛΑΣ με τους 300 του Λεωνίδα.
Η μάχη κράτησε μέχρι το βράδυ. Οι Γερμανοί δεν προλάβαιναν να μαζεύουν τους νεκρούς τους. Κάθε φορά επέστρεφαν περισσότερο φοβισμένοι. Δεν είχαν καταφέρει να «πιάσουν» ούτε μια πλαγιά και να οχυρωθούν εκεί.
Όπως αναφέρει και ο Διονύσης Χαριτόπουλος για τη μάχη κάποια στιγμή οι αντάρτες θρήνησαν και εκείνοι συντρόφους τους: «Πάνω στο ιερό μένος του, ο γεμιστής του ενός από τους τρεις αντάρτικους όλμους, που λιάνιζαν έως εκείνη τη στιγμή τους κατακτητές, άρπαξε ένα βλήμα και το έριξε στον πυροσωλήνα ανάποδα. Η έκρηξη ήταν τρομερή. Ο όλμος κομματιάστηκε και οι τρεις χειριστές του σκοτώθηκαν.»
Τα μεσάνυχτα οι Γερμανοί δεν άντεχαν άλλο και αποσύρθηκαν κακήν κακώς προς τη Λαμία. Οι αντάρτες αντάρτες εξουθενωμένοι άφησαν λίγους φρουρούς και οι υπόλοιποι κοιμήθηκαν στο χώμα.
Όταν ξημέρωσε το θέαμα που είδαν τους πάγωσε το αίμα. Καραβάνια χωρικών φορτωμένων με τα υπάρχοντα τους πλησίαζαν προς τις θέσεις τους. Τη σκηνή περιγράφει γλαφυρά ο Διονύσης Χαριτόπουλος: «Το πρώτο που σκέφτηκαν οι αντάρτες όταν είδαν τους χωρικούς ήταν ότι οι ταπεινωμένοι Γερμανοί διώχνουν τους κατοίκους των γύρω χωριών να τα κάψουν για αντίποινα. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Στα χωριά της Λαμίας, που βλέπουν προς τις Θερμοπύλες, όλη την προηγούμενη ημέρα είχαν σταματήσει κάθε δουλειά και παρακολουθούσαν με κρατημένη αναπνοή τη μάχη στην ιστορική τοποθεσία. Όταν αργά τα μεσάνυχτα είδαν τους Γερμανούς να φεύγουν κατισχυμένοι πίσω στη Λαμία και διαπίστωσαν πως ο ιερός τόπος έμεινε απαραβίαστος, ξενύχτησαν ρίχνοντας ψωμιά και πίτες στις γάστρες και ετοιμάζοντας διάφορα δώρα.
Αυτά τα δώρα έφερναν τώρα στους αντάρτες, που τους γέμισαν περηφάνια, σχηματίζοντας ολόκληρα καραβάνια. Oι χωρικοί, άνδρες και γυναίκες, ρίχτηκαν απάνω στους αντάρτες με απερίγραπτο ενθουσιασμό και συγκίνηση. […] Τα δώρα ξεφορτώθηκαν και σωροί από την αδελφική προσφορά σχηματίσθηκαν στα πόδια των ανταρτών. Κότες, πίτες, κρασιά, φρούτα, κουλούρες ζεστές».
Οι απώλειες των Γερμανών ήταν τεράστιες. Οι αντάρτες είχαν μόνο επτά νεκρούς και 15 τραυματίες. Και όπως έγραψε και ο ίλαρχος Μυλωνάς οι άντρες του «άφησαν το αίμα τους αντί για στεφάνι στον τάφο του Λεωνίδα».
Με πληροφορίες από τον συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλο